αληγείς

αληγείς
Άνεμοι σταθεροί που πνέουν στην επιφάνεια της Γης από τις ζώνες των τροπικών, οι οποίες έχουν σταθερά υψηλή πίεση, προς τη ζώνη του Ισημερινού, η οποία χαρακτηρίζεται από χαμηλές πιέσεις. Οι βόρειοι α. διακρίνονται από τους νότιους, προς τους οποίους συγκλίνουν, από μια ζώνη νηνεμιών του Ισημερινού, στην οποία υπερισχύουν ρεύματα αέρα που ανεβαίνουν κατακόρυφα. Υποκείμενοι στον νόμο του Φερέλ, δεν πνέουν παράλληλα προς τους μεσημβρινούς, αλλά εκτρέπονται στα Δ. Έτσι οι α. παίρνουν κατεύθυνση BA – ΝΔ στο βόρειο ημισφαίριο, και ΝA – ΒΔ στο νότιο ημισφαίριο με γωνία πρόσπτωσης, ως προς τον Ισημερινό, που μεταβάλλεται μερικώς με την εναλλαγή των εποχών. Κατά τους χρόνους της ναυσιπλοΐας με ιστιοφόρα, οι ναυτικοί εκμεταλλεύονταν τους α. λόγω της σταθερότητάς τους, γεγονός που επέτρεπε στα ιστιοφόρα να πλέουν με σχετική ασφάλεια προς δυτική κατεύθυνση, ιδιαίτερα από την Ευρώπη και την Αφρική προς την Αμερική. Τον πρώτο χάρτη ανέμων που αντιμετωπίζει με τρόπο ορθολογικό και επιστημονικό τους α. σχεδίασε στο δεύτερο μισό του 17ου αι. ο αστρονόμος Έντμουντ Χάλεϊ με βάση τις παρατηρήσεις των ναυτικών κατά τη διάρκεια προηγουμένων δεκαετιών. Σχηματικό διάγραμμα που παρουσιάζει την ατμοσφαιρική κυκλοφορία μεταξύ των τροπικών του Καρκίνου και του Αιγόκερω. Η κάθετη τομή δείχνει τα ρεύματα αέρος που ανεβαίνουν από τη ζώνη των ισημερινών νηνεμιών και έπειτα κατεβαίνουν προς τους τροπικούς (ανταληγείς άνεμοι). Σε αυτό το σχήμα απεικονίζονται οι κατευθύνσεις προς τις οποίες πνέουν οι αληγείς άνεμοι κοντά στην επιφάνεια της Γης, βόρεια και νότια του Ισημερινού.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αληγείς άνεμοι — (Μετεωρ.) ρεύμα πολύ σταθερών ανέμων που είναι βόρειο βορειοανατολικοί στο Βόρειο και νοτιο νοτιοανατολικοί στο Νότιο ημισφαίριο. Πνέουν από τις ζώνες τών υψηλών πιέσεων τών υποτροπικών περιοχών προς την ενδοτροπική ζώνη συγκλίσεως τών νηνεμιών,… …   Dictionary of Greek

  • Βενεζουέλα — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Στα Β βρέχεται από την Καραϊβική θάλασσα και από τον Ατλαντικό ωκεανό, Δ συνορεύει με την Κολομβία, Ν με τη Βραζιλία και Α με τη Γουιάνα.Η Β. έχει καλά καθορισμένα σύνορα. Μόνο τα σύνορα με τη Γουιάνα αμφισβητούνται από …   Dictionary of Greek

  • Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… …   Dictionary of Greek

  • Τόνγκα — Tα νησιά Tόνγκα ή των Φίλων (Friendly Islands), όπως τα ονόμασαν οι Eυρωπαίοι που αποβιβάστηκαν εκεί το 18ο αιώνα, είναι ένα σύνολο 169 μεγάλων και μικρών νησιών στο νότιο Eιρηνικό, στα βόρεια του Tροπικού του Aιγόκερω, ανάμεσα στις 173o και 176o …   Dictionary of Greek

  • Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… …   Dictionary of Greek

  • Γκάνα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκάνα Παλαιότερη ονομασία: Χρυσή Ακτή Έκταση: 238.538 τ. χλμ. Πληθυσμός: 19.361.000 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Άκρα (1.605.500 κάτ. το 2002)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει Δ με την Ακτή Ελεφαντοστού, Β και ΒΔ… …   Dictionary of Greek

  • Κένυα — Eπίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κένυας Έκταση: 582.650 τ. χλμ. Πληθυσμός: 31.138.735 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Ναϊρόμπι (2.411.900 κάτ. το 2002)Κράτος της ανατολικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Αιθιοπία και με το Σουδάν, Δ με την Ουγκάντα, Ν με… …   Dictionary of Greek

  • Μαρτινίκα — Νησί (1.102 τ. χλμ., 381.427 κάτ. το 1999) της Κεντρικής Αμερικής, στις Αντίλλες, το οποίο αποτελεί υπερπόντιο νομό της Γαλλίας, με πρωτεύουσα τη Φορ ντε Φρανς (Fort de France, 94.049 κάτ.).Βρίσκεται στα Προσήνεμα νησιά των Μικρών Αντιλλών,… …   Dictionary of Greek

  • ρεύματα θαλάσσια — Συνεχείς και με σταθερή διεύθυνση μετατοπίσεις μαζών νερού στους ωκεανούς· μπορούν να είναι οριζόντιες κινήσεις (είτε στην επιφάνεια είτε σε βάθος) ή κάθετες (με ανυψώσεις και καταβυθίσεις των μαζών νερού) και να παρουσιάζουν διεύθυνση, πλάτος,… …   Dictionary of Greek

  • Σενεγάλη — Κράτος της Δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με τη Mαυριτανία, Α με το Mάλι και στα Ν με τη Γουινέα και την Γκάμπια. Στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό.H Σενεγάλη αντιστοιχεί στο ομώνυμο πρώην έδαφος της Δυτικής Γαλλικής Aφρικής (AOF), που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”